Έτσι σήμερα η κυκλοφορία από τις εκδόσεις γράμμα
του έργου της «Ύπνε που παίρνεις τα παιδιά πάρε και τον πατέρα», σε ένα
πολύ κομψό μικρό βιβλίο, που το αφιερώνει «στους συλλέκτες της
προφορικής μαρτυρίας των αφανών», επιβεβαιώνει όχι μόνο τη συνέχεια των
ενδιαφερόντων της, αλλά και την αναπτυγμένη ευαισθησία με την οποία
προσεγγίζει τα θέματά της.
Αλλά βέβαια η αξία του έργου της δεν είναι τα
θέματά της. Είναι η ποιότητα και η συγκρότηση (η μορφή) της γραφής της.
Μιας γραφής που συνδυάζει την δημοτική παράδοση και τον ελεύθερο στίχο.
Ο συνδυασμός αποδεικνύεται άκρως επιτυχής αφού ο στίχος της δημοτικής
ποίησης μπολιάζεται με τον εσωτερικό ρυθμό του ελεύθερου στίχου και
αποκτά έτσι ο στίχος μια ξεχωριστή πολύ προσωπική ποιότητα
και ιδιαιτερότητα. Παράλληλα, η μορφή του έργου με τα εμβόλιμα
σπαράγματα σύγχρονων ποιητών, αλλά ιδίως τα εμβόλιμα του πεζού κειμένου
της προφορικής μαρτυρίας των αφανών ηρώων της ποιήτριας, δίνουν μη
συνήθεις διαστάσεις στο εγχείρημα. Θα λέγαμε ότι του δίνουν την αίσθηση
ενός λιμπρέτου για ορατόριο. Έτσι, στην κατάληξη του
έργου, η πεζή φράση «..δεν είναι τίποτα η ζωή. Έφεξε και
νύχτωσε…», ανυψώνεται σε υψηλή ποιητική σφαίρα.