![]() | |||
Θέματα και παραδόσειςΟι Ελληνόβλαχοι, οι Αρμάνοι, οι Ριμένοι και οι Καραγκούνιδες της Ακαρνανίας
Στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία ο όρος είναι "Aromuns". Σύμφωνα με τον Α. Κουκούδη (1999) οι κάτοικοι της Παλαιομάνινας όπως και οι κάτοικοι των πέντε διπλανών χωριών (Στράτος, Όχθεια, Αγράμπελo, Γουριώτισσα, Στρογγυλοβούνι και Μάνινα Βλιζιανών) μετανάστευσαν στην περιοχή σταδιακά από το 1865 έως το 1870 ως πληθυσμοί Αρβανιτοβλάχων που κατοικούσαν στο Μπιτσικόπουλο (στη σημερινή συνοριακή γραμμή Ελλάδας - Αλβανίας). Γύρω στο 1860 το Ελληνικό Κράτος έβγαλε ένα νόμο (ΦΕΚ 12/2 Μαΐου 1858 και ΦΕΚ 14/9 Απριλίου 1959), με τον οποίο υποχρέωνε τους νομάδες που πηγαινοέρχονταν μεταξύ ελληνικού και τουρκικού κράτους ή να εγκατασταθούν μόνιμα δημιουργώντας χωριά ή να μην ξαναπεράσουν τα σύνορα. Οι νομάδες αυτοί αποφάσισαν να εγκατασταθούν οριστικά και μόνιμα πια στο Ξηρόμερο αφήνοντας για πάντα τον νομαδικό βίο και να ασχοληθούν και με την καλλιέργεια της γης. Ήδη όμως προϋπήρξε έγγραφο προς τον κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια με ημερομηνία 27 Σεπτεμβρίου 1829, όπου είχε δηλωθεί η επιθυμία "ποιμένων και γεωργών" οι οποίοι καταδυναστευόμενοι από τον τουρκικό ζυγό ζητούσαν άδεια για τη μόνιμη εγκατάστασή τους στη περιοχή Μάνινα Ξηρομέρου. Η μετανάστευση τελικά ξεκίνησε το 1840 μετά από ληστρικές επιθέσεις τουρκαλβανών. Ο παλαιομανιώτης συγγραφέας και δημοσιογράφος Δημήτρης Στεργίου θεωρεί ότι οι Ριμένοι της Ακαρνανίας δεν βρέθηκαν τυχαία σε αυτό το χώρο αλλά τον προτιμούσαν για τα χειμαδιά τους, επειδή απλά ήταν ο τόπος τους. Την άποψή του ενισχύει ο πολύ παρατηρητικός περιηγητής του 19 ου αιώνα Gustav Weigand, ο οποίος επισημαίνει ότι οι Ελληνόβλαχοι αυτοί είναι απόγονοι του μεσαιωνικού πληθυσμού, αφού η Ακαρνανία ήταν γνωστή κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους ως Μικρή Βλαχία, σε αντίθεση με τη Μεγάλη Βλαχία, που ήταν η Θεσσαλία. Επίσης διερεύνηση θέλει και το γεγονός ότι οι κάτοικοι της Αγραμπέλου κατοίκησαν σε περιοχή στην οποία αναφέρεται προυπάρχων οικισμός τον 16ο περίπου αιώνα. Επιπλέον όπως επισημαίνει ο Δ. Στεργίου, κανένα από τα τοπωνύμια τουλάχιστον της Παλαιομάνινας (>100) δεν έχει τούρκικη, σλάβικη ή αλβανική ονομασία! Όλα σχεδόν είναι στη γλώσσα Ριμινεστι και πήραν την ονομασία τους από ξωκλήσια, αρχαιολογικά μνημεία, ιδιοκτήτες των αντίστοιχων περιοχών, από ζώα (πρόβατα, βόδια, γαϊδούρια), κλέφτες και γεωγραφικό ανάγλυφο. Όλα αυτά σημαίνουν ότι η περιοχή αυτή της Ακαρνανίας κατοικούνταν και πριν από την εγκατάστασή των Ριμένων στα σημερινά χωριά τους αποκλειστικά και μόνο από τους ίδιους Έλληνες βλαχοποιμένες. Υπάρχει ένα μόνο τοπωνύμιο στη σλάβικη γλώσσα («λούτσα»), αλλά κι αυτή προ πολλού είχε και έχει ενταχθεί στο ελληνικό λεξιλόγιο.Είναι χαρακτηριστικό ότι η ομάδα των "Ριμένων" της Ακαρνανίας απέφευγαν τις επιγαμίες ακόμα και με άλλους Βλάχους ή γείτονες ενώ σύμφωνα πάλι με τον Α. Κουκούδη διατήρησαν "μια βλάχικη διάλεκτο που σύμφωνα με κάποιες απόψεις είναι πλησιέστερη σε παλαιότερους γλωσσολογικούς τύπους". Η ομάδα των λατινόγλωσσων Ελλήνων της Αιτωλοακαρνανίας αποτελεί σημαντικό κομμάτι της ελληνικής ιστορίας όχι μόνο για την ενεργή και γνωστή συμμετοχή τους στη νεότερη ελληνική ιστορία (ελληνική επανάσταση, Μικρά Ασία κλπ) αλλά και γιατί 3) η πολύ κλειστή κοινωνία των λατινόφωνων Ελλήνων της Αιτωλοακαρνανίας και ο αυστηρά νομαδοκτηνοτροφικός τρόπος διαβίωσης που δεν επέτρεπε συχνή επικοινωνία με άλλους πληθυσμούς πχ μέσω εμπορίου, μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ένα τμήμα της ταυτότητας αυτών των ανθρώπων αποτελεί ίσως " ένα ζωντανό απολίθωμα" μιας αρχαίας εποχής. Η μεγάλη διασπορά των Αρμάνων στη βαλκανική χερσόνησο δυσκολεύει αρκετά την εύρεση της εντόπισης της κοιτίδας των Αρμάνων. Φαίνεται όμως ότι οι Ριμένοι της Ακαρνανίας εξαιτίας του παραδοσιακού νομαδοκτηνοτροφικού τρόπου διαβίωσης, της σχέσης τους με τα ηπειρώτικα έθιμα και την ηπειρώτικη μουσική, της διατήρησης αρχαίων ελληνικών γλωσσολογικών τύπων, της σημερινής τους γεωγραφικής εντόπισης προέρχονται από τη ραχοκοκαλιά της Πίνδου με περιόδους μετακίνησής τους στην Αλβανία (Αρβανιτόβλαχοι) και νότια Ήπειρο και τη Δυτική Μακεδονία. Φαίνεται δηλαδή ότι μετά την επιδρομή των Σλάβων τον 6ο αιώνα αποτραβιούνται στα βουνά υιοθετούν το νομαδικό τρόπο ζωής των κτηνοτρόφων σκηνιτών, δεν αναμειγνύονται με άλλες ομάδες και ίσως αυτό να είναι και η αιτία που δεν αναπτύσσουν το εμπόριο, τις τέχνες και τα γράμματα και θεωρούνται σύμφωνα με τον Αραβαντινό από τους άλλους Αρμάνους και Έλληνες απρόσιτοι και άγριοι. Η συνοχή και η αλληλεγγύη των έξι "ριμένικων" χωριών της Ακαρνανίας. υποστηρίζεται ιστορικά και βιβλιογραφικά. Το γεγονός αυτό ισχυροποιείται από τους ίδιους τους κατοίκους, που επέτρεπαν για πάνω από 150 χρόνια, πιο εύκολα γάμους μεταξύ ατόμων αυτών των 6 χωριών, παρά με άτομα άλλων γειτονικών χωριών. Η τάση αυτή δεν υπάρχει σήμερα και το άνοιγμα των χωριών για την ενσωμάτωση στο ευρύτερη κοινωνία του νομού έχει οδηγήσει στην εξαφάνιση μιας κουλτούρας και μιας παράδοσης που μπορεί να είναι παρωχημένη, αλλά δεν παύει να είναι σημαντική γιατί συνόδευσε και ανάθρεψε τις γενιές προγόνων μας για πάνω από 2000 χρόνια. Με έκπληξη διαπιστώνει κανείς όπως και στους άλλους αρωμανικούς πληθυσμούς σημαντικές ιστορικές αλήθειες (διατήρηση αρχαιοελληνικού λεξιλογίου), όμορφων εθίμων (ο γάμος των ριμένων έχει τα περισσότερα και με μεγάλη σημειολογία έθιμα), λαϊκή σοφία (παροιμίες, μύθοι, δοξασίες) και έναν κώδικα τιμής που είναι ξεχωριστός (η ιερότητα της φιλοξενίας, ο σεβασμός στους ηλικιωμένους, η παραμονή των γιων κοντά στην γονική εστία, η συμμετοχή όλου του χωριού στη χαρά του γάμου με τα κεράσματα και την "πουρίε" και επίσης η συμπαράσταση στο πένθος).Τα Αρμανικά χωριά της Ακαρνανίας αποτελούνται από 6 χωριά (4 από αυτά παραποτάμια) τα οποία ιδρύθηκαν από νομάδες κτηνοτρόφους οι οποίοι χρησιμοποιούσαν τις περιοχές των χωριών κατά τους χειμερινούς μήνες για αιώνες. Ο Παλαιομανιώτης συγγραφέας και δημοσιογράφος Δημήτρης Στεργίου θεωρεί ότι οι Ριμένοι της Ακαρνανίας δεν βρέθηκαν τυχαία σε αυτό το χώρο αλλά τον προτιμούσαν για τα χειμαδιά τους οι νομαδοκτηνοτρόφοι προγονοί μας επειδή απλά ήταν ο τόπος τους. Την άποψή του ενισχύει ο περιηγητής Gustav Weigand, ο οποίος επισημαίνει ότι οι Ελληνόβλαχοι αυτοί είναι απόγονοι του μεσαιωνικού πληθυσμού, αφού η Ακαρνανία ήταν γνωστή κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους ως Μικρή Βλαχία, σε αντίθεση με τη Μεγάλη Βλαχία, που ήταν η Θεσσαλία. Γύρω στο 1860 το Ελληνικό Κράτος έβγαλε ένα νόμο (ΦΕΚ 12/2 Μαΐου 1858 και ΦΕΚ 14/9 Απριλίου 1959), με τον οποίο υποχρέωνε τους νομάδες που πηγαινοέρχονταν μεταξύ Ελληνικού και Τουρκικού κράτους ή να εγκατασταθούν μόνιμα δημιουργώντας χωριά ή να μην ξαναπεράσουν τα σύνορα. Οι νομάδες αυτοί αποφάσισαν να εγκατασταθούν οριστικά και μόνιμα πια στο Ξηρόμερο αφήνοντας για πάντα τον νομαδικό βίο και να ασχοληθούν και με την καλλιέργεια της γης. Τα χωριά αυτά είναι: η Στράτος (Σοροβίγλι), Γουριώτισσα (Κατσαρού), Όχθια (Παγκέϊκα), Στρογγυλοβούνι (Γακέικα), Παλαιομάνινα (Κουτσομπίνα), Αγράμπελο (Νταγιάντα). Υπήρχε και ένα έβδομο χωριό το Νούσια ή Στουρνάρι που σήμερα δεν υπάρχει και βρίσκονταν απέναντι από το Αγράμπελο και οι κάτοικοι ενσωματώθηκαν στα διπλανά χωριά. Οι ονομασίες στις παρενθέσεις προέρχονται από τα ονομάτα των αρχιτσελιγκάδων που εγκαταστάθηκαν στα χωριά. Διασώζονται πολλά ονόματα των λατινόφωνων Ελλήνων (Αρωμάνων)του Ξηρομέρου που μετά τα συναντούμε στα ακαρνανικά λατινόφωνα χωριά, όπως Νούσιας Μήλας Χολέβας, Σπανός, Μπίκας, Μπίλης, Ζιώγας, Καραϊσκος, Καραμάνης Τάκος Λίλλης, Τσέλιος, Στεργίου, Σιδέρης, Φλώρος, Γκόντας, Τσώλης κ.α. Πολέμησαν σε μάχες υπό τους: Γ. Βαρνακιώτη, Καραϊσκάκη και Αν. Γριβογιώργο. Με το Μ. Κατσικογιάννη αρκετοί μπήκαν στο Μεσολόγγι και πολέμησαν μέχρι την Έξοδο. Ύστερα εντάχθηκαν στο σώμα του Καραϊσκάκη. Δεν αναφέρεται ο τόπος καταγωγής τους, γιατί ακόμα ζούσαν σε κονάκια σε διάφορες περιοχές ως σκηνίτες. (πηγή http://www.xiromero.gr/)Ιδιαίτερη σημασία φαίνεται ότι έχει και η αρωμανική διάλεκτος που χρησιμοποιούν οι Ριμένοι της Ακαρνανίας (ριμινέστι). Η γλώσσα λοιπόν των "Ριμένων" της Ακαρνανίας σύμφωνα με πολλούς μελετητές (Κακούδης, Αραβαντινός, Στεργίου) τόσο στους γλωσσολογικούς τύπους όσο και στην προφορά θεωρείται λιγότερο αλλοιωμένη από ότι οι άλλες και το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και με τα έθιμα . ΑΓΡΑΜΠΕΛΟ Το Αγράμπελο βρίσκεται μέσα στο Βελανιδοδάσος του Ξηρομέρου και αγναντεύει το κάμπο της Χρυσοβίτσας, τα Ακαρνανικά όρη και το Λεσίνι. Το όνομά του πιθανόν το πήρε από το άγριο αμπέλι που πιθανόν να υπήρχε αυτοφυές. Είναι χτισμένο σε υψόμετρο 220 μ. σε απόσταση 60 χιλιομ. από το Μεσολόγγι. Είναι αξιοσημείωτο ότι στην περιοχή του Αγραμπέλου υπήρχε από πολύ παλιά οικισμός με αυτό το όνομα. Η πρώτη αναφορά γίνεται στους πρώτους χρόνους της Τουρκοκρατίας περίπου το 1521 με τελευταία κατοίκηση το 1684 (10 οικογένειες). Στα τέλη του 17ου αιώνα ή στις αρχές του 18ου αιώνα, για άγνωστους λόγους το χωριό εγκαταλείφθηκε. Την πρώτη αυτή εποίκιση του χωριού μαρτυρεί το παλαιό νεκροταφείο. Το σημερινό χωριό δημιουργήθηκε γύρω στο 1860 από λατινόφωνους νομάδες κτηνοτρόφους που εγκαταστάθηκαν εκεί μόνιμα με επικεφαλής τον τσέλιγκα Νταγιάντα, το όνομα του οποίου έφερε αρχικά το χωριό. Τα όμορφα πετρόχτιστα σπίτια βρίσκονται αμφιθεατρικά χτισμένα πάνω στο λόφο. Το κλειστό, δυστυχώς, από χρόνια σχολείο βρίσκεται πλάι στην όμορφη εκκλησία, των Αγίων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλ. Η εκκλησία χτίστηκε το 1888 και πανηγυρίζει στις 8 Νοεμβρίου. Στο πάνω μέρος του χωριού δεσπόζει το πευκόφυτο δασύλλιο . ΣΤΡΟΓΓΥΛΟΒΟΥΝΙ
ΣΤΡΑΤΟΣ Η Στράτος είναι χωριό της στο κέντρο περίπου της Αιτωλοακαρνανίας δεξιά από τον ποταμό Αχελώο, σε απόσταση περίπου 10 χλμ από την πόλη του Αγρινίου. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου. Κατά την αρχαιότητα υπήρξε η σπουδαιότερη πόλη ολόκληρης της Ακαρνανίας αφού έφτασε να γίνει πρωτεύουσά του. Σήμερα σώζεται μέρος των μεγαλόπρεπων τειχών της, και ερείπια του ναού του Στρατίου Διός και του Βουλευτηρίου. Σώζεται επίσης το αρχαίο θέατρο της πόλης, χωρητικότητας περίπου 6.000 ατόμων. Η Στράτος σήμερα είναι ένα χωριό με 1.078 κατοίκους (2001) με κύρια ασχολία των κατοίκων τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Δυστυχώς ο σημαντικός αρχαιολογικός χώρος δεν έχει αναδειχτεί κατάλληλα έτσι ώστε να αποτελεί σημαντικό τόπο έλξης τουριστών. Δίπλα στο χωριό και στη θέση της γέφυρας του Αχελώου κατασκευάστηκε το υδροηλεκτρικό φράγμα του Στράτου με την ομώνυμη τεχνητή λίμνη. ΣΟΥΡΟΒΕΛΙ O G Weigand γράφει το 1895 για την επίσκεψή του στο Σουροβέλι (ΟΙ ΑΡΩΜΟΥΝΟΙ ΤΟΜ Α΄, 2001, Αφοι Κυριακίδη)" Το Σουροβέλι αριθμεί 90 οικογένειες και ανήκει στον τσέλιγκα Γιάγκα. Αυτός κατέχει τα σπίτια, τη γη και τα κοπάδια, με τα οποία με ένα μέρος των νεαρών ανεβαίνει τον καλοκαίρι στον Ασπροπόταμο χωρίς να περάσει τα τουρκικά σύνορα. Το άλλο μέρος μένει πίσω στα χωριά με τον τσέλιγκα για να καλλιεργεί τα μεγάλα χωράφια. κατά προτίμηση καλλιεργεί καπνό και μάλιστα λέγεται ότι ο καπνός που έρχεται από τα μέρη του Βραχωρίου είναι ο καλύτερος της Ελλάδας. Στο Σουροβέλι παράγονται ετησίως περίπου 15000 οκάδες, στην κοντινή Όχθου 6000 οκάδες. Το κέρδος αυτών των σημαντικών ποσών ανήκει στον τσέλιγκα και αυτός είναι ακόμα σε σύγκριση με τα δικά μας μέτρα, ένας πλούσιος άντρας, παρόλο που φαίνεται να περνάει φτωχική ζωή. ΓΟΥΡΙΩΤΙΣΣΑ Το χωριό Γουριώτισσα ή Κατσαρού βρίσκεται δυτικά του Αχελώου στο τέλος του κάμπου του Αγρινίου, κοντά στην λίμνη Οζερός σευψόμετρο 100 μ. Παλιότερα ονομάζονταν Γαλιτσά. Πολύ κοντά στο χωριό βρίσκεται η λίμνη Οζερός ονομασία που έχει σλαβική προέλευση, καθώς "Οζέρο" είναι σλαβική λέξη που σημαίνει «λίμνη». Έχει έκταση περίπου 10 τετραγωνικών χιλιομέτρων και βάθος 8-10 μέτρων, η στάθμη της όμως παρουσιάζει έντονες μεταβολές. Ο Οζερός σχηματίζεται από νερά του Αχελώου που εγκλωβίζονται στην περιοχή, όταν αυτός υπερχειλίζει, αλλά και από μικρούς χειμάρρους. Στη λίμνη καταμετρώνται πολλά υδρόβια πουλιά όπως φαλαριδες, κύκνοι, αγριόπαπιες, κορμοράνοι ενώ στη λίμνη ζουν νερόφιδα, νεροχελώνες και τουλάχιστον 11 είδη ψαριών. Στη Γουριώτισσα αρχιτσέλιγκας ήταν ο Κατσαρός και γι’ αυτό το χωριό ονομάζονταν και Κατσαρού. Το 1879 αναφέρεται ως Γαλιτσά ή Γουριώτισσα με 376 κατοίκους που ανήκε στο Δήμο Αστακού, όπως και στις επόμενες απογραφές (1889, 1896, 1907 και 1928). Μέχρι το 1912 ανήκει στο Δήμο Αστακού. Από το 1912 αποτελεί αυτόνομη κοινότητα. Στην τελευταία απογραφή του 2001 είχε 511 κατοίκους. Οι κάτοικοι της σήμερα ασχολούνται με αγροτικές καλλιέργειες και με την κτηνοτροφία. ΟΧΘΙΑ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΡΙΜΕΝΩΝ ΤΗΣ ΑΚΑΡΝΑΝΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΑΓΩΝΕΣ Τα παρακάτω προκύπτουν από έρευνα των Παλαιομανιωτών Δημήτρη Στεργίου (δημοσιογράφου-συγγραφέα) και Παναγιώτη Ζώγα (μεταφραστή-συγγραφέα) Λίγοι ίσως γνωρίζουν ότι μεγάλη ήταν η συμβολή των Βλάχων της Ακαρνανίας στους εθνικούς αγώνες. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις παραδόσεις αυτές, οι Βλάχοι της Ακαρνανίας, από την επαύριο κιόλας της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, πύκνωσαν τις τάξεις των πρώτων κλεφτών και αρματωλών. Αναφέρονται τα ονόματα των Νούσια, Μήλα, Φέρρα, Χολέβα, Σπανού, Κάμπου, Μπομπόλη, Μπίκα και Αποστόλου. Η παράδοση αναφέρει ότι το μένος των Βλάχων κατά των Τούρκων ήταν τόσο μεγάλο, ώστε τους κατέσφαζαν σαν αρνιά. Οι οπλαρχηγοί Πάγκιος, Ναούμης, Μπίλης, Ζώγας, Καραϊσκος και Γιάγκας έχουν γίνει θρύλος στην περιοχή για τα ανδραγαθήματά τους. Οι ιστοριοδίφες επισημαίνουν ακόμη ότι οι Βλάχοι της Ακαρνανίας πήραν μέρος στη μάχη της 8ης Ιουνίου 1821 στο Αγρίνιο, υπό τον Γ. Βαρνακιώτη, της 10ης Αυγούστου 1822 στην Πλάκα, επίσης, υπό τον Βαρνακιώτη, στην Α΄Πολιορκία του Μεσολογγίου στις 25 Οκτωβρίου 1822, στη μάχη της 23ης Σεπτεμβρίου 1823 στην Παλιοσάλτσενα Αιτωλικού κατά του Μουσταή Πασά της Σκόνδρας. Ακόμη, στις 13 Ιουνίου 1823 εισέρχονται με τον Μήτσο Κατσικογιάννη στο Μεσολόγγι, που πολιορκούσε ο Κιουταχής και πήραν μέρος στη μάχη της 29ης Αυγούστου 1825 στο Μαχαλά Ακαρνανίας υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, στη μάχη της 28ης Σεπτεμβρίου 1825, όπου καταστράφηκε η βάση του Κιουταχή στον Καρβασαρά (Αμφιλοχία), στην έξοδο του Μεσολογγίου τον Απρίλιο του 1826 υπό τον Ανδρέα Γριβογιώργο, στη μάχη της 24ης Νοεμβρίου 1826 στην Αράχωβα υπό τον Γεώργιο Καραϊσκάκη, στη μάχη της Πέτρας στις 12 Σεπτεμβρίου 1829 και άλλες. Η παράδοση αναφέρει ότι έπεσαν στην έξοδο του Μεσολογγίου πολλοί Ελληνόβλαχοι, όπως οι Δημονίτσας, Καραμάνης, Κύργιος, Τόγιας, Τσαμπάζης, Σιδέρης, Τάκος, Λίλλης, Τσιμπούκης, Βρέττας, Πόπης, Παππάς, Στεργίου ή Οστάς και Τσέλιος. Θρυλική, επίσης, έχει παραμείνει η μορφή του φαναντικού διώκτη των κοτζαμπάσηδων οπλαρχηγού Φίλιππα Ζώγα από την περιοχή της Μήλας της Παλαιομάνινας. Στην ιερή φάλαγγα των πρωταγωνιστών της εθνεγερσίας περίβλεπτη θέση κατέχουν οι Βλάχοι της Ακαρνανίας. Εκτός από τους ήρωες που ήδη αναφέρθηκαν, έπεσαν κατά περιόδους οι Μπαμπάνης, Τσίπης, Φλώρος, Μπίτας, Νίτσας, Χατζής, Κοσσόβας, Τσέπας, Γκόντας και Σιδέρης. Για όλους αυτούς βρέθηκαν στοιχεία στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Η παράδοση, εκτός από τους εξοδίτες που αναφέρθηκαν, μνημονεύει ακόμη τους Τσαούση, Αδάμο, Ράπτη, Φέρρα, Τσέλιο, Ντεμούση, Καμπέρη, Κωστάκο, Κέκο, Κάκκο, Μήλα, Νούσια, Νάκα, Γιαννάκη, Μπρατζιώτη, Αποστόλου και Τσέπα. Ο Π. Ζώγας επίσης αποκαλύπτει ότι σε επιστολή του ο Κίτσος Τζαβέλας (3/9/1937) αναφέρεται στον Νικόλαο Δημητρίου Κοσόβα "εκ Μάνινας του Ξηρομέρου" ο οποίος "λαβών τα όπλα ετάχθη παρά το πλευρόν μου απ΄αρχής του Ιερού αγώνος μέχρι του θανάτου του εις Μεσολόγγιον". Στην έξοδο επίσης σκοτώθηκε και ο Ανδρέας Θ. Ναούμης που ανήκε στο σώμα του Νότη Μπότσαρη, 'Άλλα επίσημα στοιχεία για αγωνιστές από την Παλαιομάνινα αναφέρουν τους Ευθ Κουτσομπίνα, Δημήτριο Παππά, Δημήτριο Τύλη, Γεώργιο Μήτρου Ζώγα, Ευστάθιο Κάμπο και σπύρου Τόγια.
Πηγή: http://konstantinosdavanelos.blogspot.com/2009/05/blog-post_3643.html |
Ο Στρατηγός Τσόγκας στην Παλαιομάνινα.
| ||||||
| Νέα Εποχή © 2006 |
Πρώτη σελίδα | Μνήμες | Εικόνες | Αξιοθέατα | Γειτονιές |